Αβγαριά – Ιστορική προσέγγιση
MSc, Πολιτικός Επιστήμων, Σκιαθίτης Ιωαννης
Ο οικισμός Αβγαριάς αποτελούσε ένα από τα σημαντικότερα χωριά της περιοχής με σημαντική ιστορία και παράδοση. Σήμερα αποτελεί έναν ξεχασμένο οικισμό από την επίσημη πολιτεία, τοπική, περιφερειακή και κεντρική, ο οποίος όμως αντιστέκεται και επιμένει για την διαβίωση του.
Το όνομα του οικισμού, φέρεται να προέρχεται από τις αυγαριές, όα η ήμερος, σουρβιά, σουρβουλιά, σκαρούπα που φύτρωναν άλλοτε γύρω του. Μετά την μεγάλη πυρκαγιά του 1990 ο πληθυσμός τους αναγεννήθηκε. Σήμερα υφίσταται ένας σημαντικός πληθυσμός στις θέσεις Κοκκινόβραχος, Αγριτζίκι, Μάρουγκα, Άγιος Κωνσταντίνος καθώς και διάσπαρτες σε ολόκληρη την γεωγραφική περιοχή του οικισμού. Παλιότερα υπήρχαν μεγάλα δέντρα στην θέση Άγιος Κωνσταντίνος και εντός του οικισμού στο οικόπεδο Αθανασίου Τρίγκα, που δυστυχώς σήμερα δεν υφίστανται.
Πριν, το έτος 1814 όπου δημιουργήθηκε[1] ο οικισμός από τον Αχμέτ (Νταλίπ) Πασά, υπήρχαν δυο οικισμοί στην θέση «Παλιοχώρι» πλησίον του σημερινού οικισμού και στη θέση «Ξηροχτένια» στην περιοχή Πανάγιας Ντινιούς.
Ο Αχμέτ διέταξε τη συγκέντρωση όλων των ραγιάδων στην τοποθεσία που βρίσκεται οικισμός για δυο λόγους κυρίως:
Πρώτον λόγω της πληθυσμιακής τους αύξησης φοβούμενος πιθανή εξέγερση με αποτέλεσμα οι μισοί κάτοικοι, κυρίως γεωργοί – αλιείς τοποθετηθήκαν στο οικισμό του Ασμηνίου και οι υπόλοιποι μισοί, κυρίως κτηνοτρόφοι, στον σημερινό οικισμό Αβγαριάς. Απόδειξη αυτού είναι τα επώνυμα και οι συγγένειες οι οποίες υφίστανται μέχρι σήμερα όπως «Ευαγγελιναίοι και οι Μπασμπαναίοι».
Ο οικισμός του Παλαιοχωρίου συγχωνεύθηκε εξ’ ολοκλήρου στον σημερινό οικισμό λόγω της μικρής απόστασης. Σήμερα διασώζεται η παλιά βρύση στην ανωτέρω θέση, με την οποία θα ασχοληθούμε εκτενέστερα σε μεταγενέστερο άρθρο. Είναι η παλαιότερη βρύση στα όρια του Δήμου Ιστιαίας Αιδηψού, υφίσταται πριν το έτος 1814 και «στέκεται ακόμα όρθια», πιστεύω ότι αξίζει να διασωθεί και να αναδειχτεί.
Δεύτερον, λόγω του ότι ήθελε[2] να «απομακρύνει» την θρησκευτική πίστη των κατοίκων σε σχέση με την θαυματουργή εικόνα την Παναγίας Ντινιούς αποξενώνοντας έτσι τους υποτακτικούς από την προστασία της.
Στο τέλος της τουρκοκρατίας, η Αβγαριά ήταν τσιφλίκι[3] του Μπαραμπούτη Μπέη. Επειδή αυτός πέθανε άτεκνος, έγινε εθνικό κτήμα[4] που αργότερα δόθηκε στους κατοίκους της περιοχής[5] ενώ το δάσος παρέμεινε στην κοινότητα Αβγαριάς.
Συγκεκριμένα, το εθνικό κτήμα[6] Αβγαριάς είχε έκταση 1.200 στρεμμάτων, και αγοράσθηκε έναντι 12.000 δρχ ή 150.000 γρόσια τμηματικά τα έτη 1836, 1837, 1841, 1843.
Σήμερα διασώζονται, τα καμίνια ασβέστη στην θέση «Καρακοφωλιά» και τα πηγάδια στην θέση «Ξηροχτένια» που μαρτυρούν και βεβαιώνουν την ύπαρξη του οικισμού.
Επίσης στην θέση «Γύφτος» {ετυμολογία “γύφτο” (= σιδερά) που έφτιαχνε και εμπορευόταν αγροτικά μεταλλικά εργαλεία παράλληλα με τις γεωργικές ή κτηνοτροφικές του απασχολήσεις} νότια της θέσης «Ξηροχτένια» υφίσταντο τα καμίνια σιδεράδων στα οποία οφείλεται και η ονομασία του συγκεκριμένου τοπωνυμίου. Η οικογένεια Κασσικού δραστηριοποιήτω στην συγκεκριμένη δραστηριότητα και σταδιακά μετανάστευσε αρχικά στον οικισμό Γαλατσώνα, έπειτα στον οικισμό Μονοκαρυάς και τέλος στην Ιστιαία, γεγονός που αποδεικνύεται τόσο εθνολογικά και μορφολογικά με τους σημερινούς απογόνους τους όσο και από τις συγγενικές σχέσεις οι οποίες υφίστανται σήμερα. Ερείπια κτισμάτων υπήρχαν επιφανειακά στο κτήμα Ιωάννη Κομπογάννη και Επαμεινώντα Σκιαθίτη στην ανωτέρω θέση. Σήμερα δεν διασώζονται.
Επίσης, υπήρχε νερόμυλος[7] ιδιοκτησίας Μπαραμπούτη Μπέη (εθνικό κτήμα), δυστυχώς δεν υπάρχουν άλλα στοιχεία που να προσδιορίζουν την θέση του. Το πιθανότερο είναι να βρίσκονταν στην θέση «Κέλια», νότια του αρχικού οικισμού «Ξηροχτένια» για δυο λόγους:
Πρώτον λόγω της μικρής απόστασης από τον οικισμό και δεύτερον και σημαντικότερο είναι το μοναδικό ρέμα όπου προϋποθέτει την ύπαρξη ικανής ποσότητας νερού να κινήσει νερόμυλο.
Από τα διασωζόμενα κτίσματα τα οποία υφίστανται σήμερα μπορούμε να ανασυνθέσουμε την αρχική δομή του χωριού, συγκεκριμένα:
Ο αρχικός οικιστικός πυρήνας αποτελείται από το Χαγιάτι του Μπαρμπούτι Μπέη το οποίο είναι η σημερινή οικία Αντωνίου Μπασμπάνου, ακριβώς δίπλα στην ιδιοκτησία Κωνσταντίνου Θάνου πιθανολογείται η ύπαρξη μικρού τζαμιού για την κάλυψη των θρησκευτικών αναγκών των Οθωμανών. Οι υπάρχουσες οικίες Δημητρίου & Αντωνίου Θάνου αποτελούσαν πιθανά το διοικητικό κτίριο των Οθωμανών. Οι σημερινές κατοικίες Κωνσταντίνου Θάνου, Καραβά Γεωργίου & Αθηνάς τα οποία δεν υφίστανται σήμερα, Παναγιώτας Θάνου, Μεταξιώτη Αντωνίου, αποτελούσαν ένα ενιαίο κτηριακό συγκρότημα το οποίο στέγαζε τους Οθωμανούς στρατιώτες. Οι κάτοικοι οι οποίοι μεταφερθήκαν από τους γύρω οικισμούς εγκατασταθήκαν περιφερειακά των ανωτέρω κτηρίων σε πρόχειρα κτήρια με πλοκάμια[8]. Συνολικά δύναται να εγκατασταθήκαν 10 (προεπαναστατικά ίσως 15) εκτεταμένες (πολυμελείς πατριαρχικού τύπου) οικογένειες[9] κατά βάσει κτηνοτρόφοι και γεωργοί.
Αξίζει να σημειώσουμε ότι στην περιοχή της Ιστιαίας τα μοναδικά Οθωμανικά μνημεία τα οποία σώζονται είναι η βρύση στις Γαλατσάδες και η Πύλη του Τζαμιού στην Ιστιαία. Υπήρξε μια ολοκληρωτική καταστροφή των ιστορικών οθωμανικών μνημείων από τους νεοέλληνες λόγω της τάσης η οποία υπήρχε «να σβήσει» το οθωμανικό παρελθόν για λόγους εθνικούς. Τα μνημεία από όπου και να προέρχονται δεν χάνουν την ιστορική τους σημασία και σπουδαιότητα. Αποτελούν αδιάψευστες μαρτυρίες της ιστορίας ενός τόπου και είμαστε υποχρεωμένοι να τα προστατεύσουμε και να τα διατηρήσουμε. Αποτελούν ένδειξη σεβασμού και πηγή γνώσης της τοπικής ιστορίας.
Οι σημερινές οικίες Τρίγκα Αντωνίου, Παναγιωτόπουλου Γεωργίου, Σκιαθίτη Ιωάννη, Αρχοντή Νικολάου, Παναγιωτόπουλου Ιωάννη, Αγγελοπούλου Γεωργίου, Γιαννακόπουλου Ιωάννη, Παπαδιώτη Νικολάου, Μπασμπάνου Ιωάννη αποτελούν παλαιά κτίσματα τα οποία διασώζονται και κατασκευαστήκαν μετά το 1880 έως το 1910.
Τα πηγάδια νερού υφίστανται (τα οποία είναι σκεπασμένα σήμερα) στα οικόπεδα της αποθήκη Κωνσταντίνου Θάνου, οικία Ιωάννου Κομπογιάννη τα οποία χρονολογούνται από την αρχική ίδρυση του οικισμού. Νεότερα πηγάδια κατασκευάσθηκαν περίπου το 1930 από τον Ιωάννη Φαράντο (εντός οικοπέδου των σημερινών κληρονόμων του), επίσης έμπροσθεν οικίας Δημητρίου Ευαγγελινού (μπροστά από το καφενείο το οποίο υπήρχε εκείνη την εποχή).
Επίσης υπήρχαν τρεις βρύσες οι οποίες σήμερα δεν διασώζονται.
Το έτος 1834, μετά το πρωτόκολλο του Λονδίνου, που υπέγραψαν οι Μεγάλες Δυνάμεις με την Τουρκία (3 Φεβρουαρίου 1830), αναγνωρίζεται η ανεξαρτησία της Ελλάδος, μένει όμως εκτός των συνόρων του νέου κράτους η Σάμος. Ακολουθούν νέοι ατελέσφοροι αγώνες έως το 1834, οπότε αναγκάζονται οι μεν επιφανέστεροι αγωνιστές να εγκαταλείψουν την πατρίδα τους, οι δε υπόλοιποι να αποδεχθούν το νέο καθεστώς, φαίνεται ότι εγκατασταθήκαν[10] Σάμιοι στην Αβγαριά, βάσει του υπ. αριθμ. 1938/27-11-1834 έγγραφο της επί των Εσωτερικών Γραμματείας της Ελλάδας προς του Σαμίους. Δυστυχώς σε βάθος χρόνου έχουν χαθεί τα ίχνη τους και δεν υπάρχουν σήμερα διαθέσιμα στοιχεία που να φανερώνουν την εξελικτική τους γενεαλογική πορεία. Ίσως το επίθετο Στεργίου στην Γαλατσώνα (οικισμός της Αβγαριάς τότε) να προέρχεται από το επίθετο Στεργιάδης οι οποίοι ήταν μετανάστες από την Σάμο την συγκεκριμένη περίοδο. Επίσης, βάση της οικογενειακής παράδοσης, η οικογένεια Θάνου προέρχεται από την Σάμο, οι οποίοι ονομάζονταν Αθανασιάδη.
Τέλος, υφίστανται τρεις αρχαιολογικές θέσεις, ένα αρχαϊκό πιθανά νεκροταφείο, ένα βυζαντινό και μια θέση αρχαίου αγγειοπλαστείου αλλά για λόγους ευνόητους δεν θα το θίξουμε.
Για όσους επιθυμούν περισσότερες πληροφορίες ο Πολιτιστικός Σύλλογος Αβγαριάς διαθέτει site στον διαδικτυακό τόπο: www.avgaria.gr
Οικία Τρίγκα, όπως φαίνεται πίσω από τις Αβγαριώτισσες, δεκαετία 60
Βιβλιογραφία
[1].Διαθέσιμο στον διαδικτυακό τόπο: http://www.servitoros.gr/evia/view.php/60
2. Στέφος Άγγελος, Ιστιαία, Τόμος Α΄, σελ. 54, έκδοση ιδίου, Αθήνα 1967.
3. Γενικά Αρχεία του Κράτους, Νο 6, …..02-1836.
4. Γενικά Αρχεία του Κράτους, Νο 22, 02-12-1837.
5. Γενικά Αρχεία του Κράτους, Νο 23, 31-08-1843.
6.Στέφος Άγγελος, Ιστιαία, Τόμος Α΄, σελ. 55, έκδοση ιδίου, Αθήνα 1967.
7. Στέφος Άγγελος, Ιστιαία, Τόμος Α΄, σελ. 29, έκδοση ιδίου, Αθήνα 1967.
8. Κατασκευές με βάση σκελετό από καλάμια τον οποίο έχριζαν (σοβάτιζαν) με πηλό.
9. Βάσει την καταγραφή πληθυσμού όπως παρουσιάζεται στο Αρχείο Ευβοϊκών Μελετών, Τόμος ΙΗ΄, σελίδες 335-337.
10. Νικολάου Κ. Μπελλάρα, Το Ελύμνιον (Λίμνη Ευβοίας ), Β΄ Έκδοση Αθήνα 1969-σελ. 62, και Κ. Α. Γουναρόπουλος, Ιστορία της Νήσου Ευβοίας. Από Αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι των καθ’ ημάς, Θεσσαλονίκη 1930 -σελ. 27.
[1] Διαθέσιμο στον διαδικτυακό τόπο: http://www.servitoros.gr/evia/view.php/60
[2] Στέφος Άγγελος, Ιστιαία, Τόμος Α, σελίς 54, έκδοση ιδίου, Αθήνα 1967.
[3] Γενικά Αρχεία του Κράτους, Νο 6, …..02-1836.
[4] Γενικά Αρχεία του Κράτους, Νο 22, 02-12-1837.
[5] Γενικά Αρχεία του Κράτους, Νο 23, 31-08-1843.
[6] Στέφος Άγγελος, Ιστιαία, Τόμος Α, σελίς 55, έκδοση ιδίου, Αθήνα 1967.
[7] Στέφος Άγγελος, Ιστιαία, Τόμος Α, σελίς 29, έκδοση ιδίου, Αθήνα 1967.
[8] Κατασκευές με βάση σκελετό από καλάμια τον οποίο έχριζαν (σοβάτιζαν ) με πηλό.
[9] Βάσει την καταγραφή πληθυσμού όπως παρουσιάζεται στο Αρχείο Ευβοϊκών Μελετών, Τόμος ΙΗ, σελίδες 335-337.
[10] Νικολάου Κ. Μπελλάρα, Το Ελύμνιον (Λίμνη Ευβοίας ), Β΄ Έκδοσης Αθήνα 1969-σελ. 62.
& Κ. Α. Γουναρόπουλος, Ιστορία της Νήσου Ευβοίας. Από Αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι των καθ΄ ημάς, Θεσσαλονίκη 1930-σελ. 27.
Τα άρθρα που δημοσιεύονται εκφράζουν τον/την συντάκτη/τριά τους και οι θέσεις δεν συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του palmosev.gr
Για τις ειδήσεις της Εύβοιας κι όχι μόνο εμπιστευτείτε το palmosev.gr